Πέμπτη 18 Ιουνίου 2015

Η "παρα-παιδεία" επιτρέπεται να μιλήσει;


                                                                                                              (κείμενο της Έφης Ριζά- Σκύφα)

        Με αφορμή όλα τα επικριτικά, αλαζονικά, σκωπτικά και υβριστικά σχόλια που ακούστηκαν, και συνεχίζουν να ακούγονται, τον τελευταίο καιρό από χείλη δημόσιων λειτουργών – που βρίσκονται στα αξιώματά τους, κυρίως επιλεγμένοι για την κομματική και ενδεχομένως ιδεολογική πειθαρχία την οποία έχουν επιδείξει τα τελευταία χρόνια- αλλά και άλλων που έχουν αυτοαναγορευθεί σε δημοσιογράφους και ειδικούς της εκπαίδευσης – μερικοί μάλιστα από αυτούς υπηρετούν ταυτόχρονα τη δημόσια εκπαίδευση, ενίοτε δε και την ιδιωτική, από διάφορα μετερίζια και για αυτό την υπερασπίζονται εξιδανικεύοντάς την, μια και δε βλέπουν κανένα μειονέκτημα στον τρόπο λειτουργίας της, ενώ απορρίπτουν συλλήβδην την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και πανηγυρίζουν για την κατάργησή της που ήρθε από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων της – έχω να παρατηρήσω τα ακόλουθα:
       Το πρόβλημα των «ορκισμένων εχθρών» των φροντιστηρίων δε θα έπρεπε να είναι πρωτίστως τα φροντιστήρια, ή τουλάχιστον όχι μόνο αυτά – γιατί κάθε συνετός άνθρωπος αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι η αιτία παρά μόνον το εποικοδόμημα – αλλά τα ενδογενή ζητήματα της δημόσιας ή και της ιδιωτικής παιδείας, τα οποία και θα έπρεπε να τους απασχολούν. Γιατί όμως, αναρωτιέται κανείς, τέτοια εμμονή; Γιατί κάποιοι στοχοποιούν αποκλειστικά τα φροντιστήρια και καθόλου το δημόσιο σχολείο; Μήπως επειδή τα φροντιστήρια είναι εύκολος στόχος, αφού δεν τους δίνεται ποτέ βήμα να απαντήσουν στις επικρίσεις, ενώ για λόγους κυρίως συνδικαλιστικούς οι επικρίνοντες επιθυμούν να χαϊδεύουν τα αυτιά των υπευθύνων για την παρακμή που παρατηρείται καθημερινά στο δημόσιο σχολείο – με συνυπευθυνότητα όλων των αρμοδίων φορέων;

  • Το φροντιστήριο υπάρχει γιατί καλύπτει πραγματικές εκπαιδευτικές ανάγκες.Συνεπώς το φροντιστήριο θα εκλείψει μόνον όταν το ίδιο το σχολείο καλύψει αυτές τις ανάγκες και εκ των πραγμάτων η κοινωνία πεισθεί ότι δε χρειάζονται πια τα φροντιστήρια. Επομένως τα φροντιστήρια δεν καταργούνται – αν πρέπει τελικά να εκλείψουν – με απειλές, εξορκισμούς ή με τοποθετήσεις εμποδίων στη λειτουργία τους. Ειδικά το τελευταίο δημιουργεί υπόνοιες σχετικά με την εξυπηρέτηση αλλότριων και ύποπτων συμφερόντων (βλέπε ιδιαίτερα μαθήματα ή αφανή γκρουπάδικα).
  • Μέχρι τώρα, σε διάφορες δημόσιες συζητήσεις για την Παιδεία, ουδέποτε συμμετείχε εκπρόσωπος της Φροντιστηριακής Εκπαίδευσης – ούτε μέλος της ΟΕΦΕ, ούτε των Καθηγητών, των εργαζομένων στα φροντιστήρια. Το Υπουργείο Παιδείας φοβάται να τους καλέσει – τρέμει μήπως εκτιμηθεί ότι τους αναγνωρίζει! –ενώ μια χαρά τούς αδειοδοτεί, εισπράττοντας γενναία παράβολα και τους ελέγχει για τη σωστή λειτουργία των φροντιστηριακών μονάδων, επιβάλλοντας τις αντίστοιχες κυρώσεις (είναι πολλά τα λεφτά και γλυκιά η άσκηση εξουσίας και για αυτό δεν την αποποιείται κανείς από όποιο κομματικό χώρο κι αν προέρχεται!)
  • Θα ήταν ενδιαφέρον να μάθουμε πόσοι από αυτούς που μιλούν εναντίον των φροντιστηρίων – υπήρξαν ή είναι ακόμα και σήμερα – φροντιστές (ή, ακόμα χειρότερα, ιδιαιτεράδες με μαύρα εισοδήματα) ή γονείς που στέλνουν τα παιδιά τους στα φροντιστήρια ή επιλέγουν τα ιδιαίτερα μαθήματα. Εγώ γνωρίζω αρκετούς και συνάντησα ακόμα περισσότερους στην τριανταδυάχρονη πορεία μου στα φροντιστήρια. Αυτό που αναρωτιέμαι είναι πόσο υποκριτής πρέπει να είναι ένας «αξιωματούχος», που από τη μια σε παρακαλεί να φροντίσεις το παιδί του – γιατί μόνο εσένα εμπιστεύεται – κι από την άλλη σε αποκαλεί δημόσια «παραπαιδεία»;
  • Επίσης ποτέ δεν κατάλαβα γιατί συνδέονται τόσο πολύ τα Φροντιστήρια με τον θεσμό των Πανελλαδικών Εξετάσεων και το εκάστοτε Σύστημα Εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και γιατί επίσης σε κάθε αλλαγή συστήματος το προσδοκώμενο αποτέλεσμα είναι ο περιορισμός των φροντιστηρίων το οποίο τίθεται ως βασική επιδίωξη από τους εκάστοτε φορείς της κρατικής εξουσίας και διαψεύδεται από τους κομματικούς τους αντιπάλους. Πιστεύει κανείς ότι φροντιστήρια γίνονται μόνο στο Λύκειο ή μόνο στην Τρίτη Λυκείου; Γιατί αν το πιστεύει ή είναι αφελής ή έχει άγνοια της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Φροντιστήρια γίνονται από την Πρώτη Δημοτικού κι όποιος το αρνείται ας κάνει μία έρευνα στον περίγυρό του και θα εντυπωσιαστεί.
  • Θα αποφύγω να χρησιμοποιήσω επιχειρήματα, όπως ότι φροντιστήρια υπάρχουν σε πάρα πολλές χώρες και συνεπώς δεν είναι ενδημικό φαινόμενο της ελληνικής κοινωνίας – κι ας ισχυρίζονται το αντίθετο όσοι εθελοτυφλούν – ή ότι κάθε άνθρωπος επιθυμεί και μια άλλη, πρόσθετη εκπαιδευτική προσέγγιση πέραν της σχολικής και πολλά άλλα, γιατί θεωρώ ότι δεν προσθέτουν τίποτα σημαντικό στις βασικές μου θέσεις.
  • Όσον αφορά το ηθικό ζήτημα που έχει ανακύψει από τις τελευταίες δηλώσεις του Υπουργού Παιδείας – τον οποίο δε γνωρίζω προσωπικά και επομένως δεν έχω άποψη για τη συγκρότηση της προσωπικότητάς του και φυσικά δεν αντιλαμβάνομαι τη στάση του, απλώς, όπως και τόσοι άλλοι, τον άκουσα να αποκαλεί τα φροντιστήρια «πληγή της κοινωνίας» – έχω να παρατηρήσω τα παρακάτω:

- Ότι κάποιος πρέπει να ενημερώσει τον Υπουργό πως με τις θέσεις του θίγει όχι κάποιους μεγαλοεπιχειρηματίες, εκφραστές του απειλητικού καπιταλισμού όπως ίσως φαντάζεται, αλλάχιλιάδες εργαζόμενους που απασχολούνται στα φροντιστήρια, τους οποίους κατά βάση δε δύναται να απορροφήσει το ελληνικό δημόσιο που εκείνος εκπροσωπεί.
-Ότι οι εργαζόμενοι στα φροντιστήρια εντάσσονται στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς, επιλέγονται από τους μαθητές και τις οικογένειές τους και δεν επιβάλλονται από κανέναν.Κρίνονται καθημερινά και αξιολογούνται σκληρά – ενώ το δημόσιο σχολείο δεν εισπράττει τους κραδασμούς καμίας αξιολόγησης και επομένως για αυτό ικανοί και ανίκανοι μπαίνουν στην ίδια πλευρά της πλάστιγγας. Και είναι πολλαπλά περήφανοι οι φροντιστές καθηγητές γιατί επιβιώνουν στηριγμένοι αποκλειστικά στις δυνάμεις τους και δεν αγκιστρώνονται στις πλάτες κανενός. Προσωπικά είμαι πολύ περήφανη που έδωσα πολλά χρήματα για φόρους στο Ελληνικό Δημόσιο και δεν έχω εισπράξει από αυτά ούτε ένα ευρώ, ούτε μια δραχμή.
- Ότι οι γονείς που πληρώνουν τα φροντιστήρια των παιδιών τους έχουν ήδη, ως φορολογούμενοι πολίτες, προπληρώσει, όλοι ανεξαιρέτως, τα σχολεία χωρίς να έχουν σε όλες τις περιπτώσεις την αναμενόμενη ανταπόδοση (το φροντιστήριο που δεν σου αρέσει το σταματάς – το σχολείο που είναι υποχρεωτικό το συνεχίζεις, ανεξάρτητα από το αν σε ικανοποιεί). Δεν είδαμε την Πολιτεία να δείχνει καμία ευαισθησία απέναντι σε αυτή τη συγκεκριμένη απώλεια εισοδήματος – ή μήπως αυτή δεν την αντιλαμβάνεται ως απώλεια;
- Ότι τελικά κάθε άνθρωπος – επομένως και ο Υπουργός- επιλέγει το φραστικό που ιδεολογικά τον αντιπροσωπεύει για να χαρακτηρίσει άτομα ή ομάδες. Λυπάμαι φυσικά που δεν υπήρξε καμία ευθιξία, έστω και εκ των υστέρων, και για αυτό δε ζήτησε κανείς συγγνώμη από την πλευρά της Κυβέρνησης για την αήθη επίθεση του Υπουργού προς τον Κλάδο μας. Πάντως, σαν ώριμη από καιρό, θα τους πρότεινα να αναζητήσουν αλλού τις πληγές της κοινωνίας και όχι στην εύκολη – και κυρίως αδάπανη – λύση της εμπρόθετης απαξίωσης ενός επαγγελματικού κλάδου.
Και μια τελευταία παρατήρηση. Δεν έχω καμία διαφωνία με τον συμπαθή κλάδο των ιδιωτικών γιατρών, αλλά δεν άκουσα ποτέ κανέναν να αποκαλεί τα ιδιωτικά ιατρεία ή τα αντίστοιχα Διαγνωστικά Κέντρα «Παραϋγεία». Αντίθετα παρατηρώ το κράτος να αναγνωρίζει τον ρόλο τους και να τους παραχωρεί σημαντικούς τομείς της υγείας προς όφελος των ασφαλισμένων και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών .
Ο παραλληλισμός της Παιδείας προς την Υγεία δεν είναι διόλου τυχαίος, διότι και οι δύο αποτελούν βασικά αγαθά που οφείλει να προστατεύει κατά προτεραιότητα η Πολιτεία – και όχι να τα παρέχει κατ΄ ανάγκη άμεσα η ίδια.
Μήπως είναι καιρός λοιπόν όλοι όσοι εμπλέκονται στα ζητήματα της Εκπαίδευσης και γενικότερα της Παιδείας να κοιτάξουν την πραγματικότητα κατάματα, απαλλαγμένοι από εμμονές και ιδεοληψίες του παρελθόντος…

Πηγή : www.360pedia.gr

Κυριακή 1 Μαρτίου 2015

Coding: ο Προγραμματισμός η παιδεία του σήμερα, ο αλφαβητισμός του αύριο

Εκστρατεία υπέρ του προγραμματισμού ξεκινά ο CEPIS (Council of European Professional Informatics Societies). Σύμφωνα με τον κ. Β. Νικολαϊδη, πρόεδρο του CEPIS «βασικές ικανότητες προγραμματισμού θα είναι αναγκαίες για πολλές θέσεις εργασίας στο άμεσο μέλλον.
Περισσότερες από το 90% των θέσεων εργασίας σήμερα, απαιτούν ψηφιακές δεξιότητες υψηλού επιπέδου, με τη ζήτηση να αυξάνεται ετησίως κατά 3% και τον αριθμό των πτυχιούχων πληροφορικής να βαίνει μειούμενο. Σε λίγα χρόνια θα μαθαίνουμε πληροφορική όπως μαθαίνουμε ανάγνωση και γραφή. Πολλά στελέχη προειδοποιούν ότι σε λίγα χρόνια όσοι δεν γνωρίζουν κώδικα θα θεωρούνται αναλφάβητοι αφού θα αποτελεί πυρήνα όλων των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού».
Δυστυχώς όμως η ψηφιακή εικόνα της χώρας μας είναι αρνητική, όπως αποτυπώνεται σε έρευνα της Ευρωπαΐκής Επιτροπής, όπου την κατατάσσει στην 26η θέση μεταξύ των 28 κρατών-μελών της Ε.Ε 3η στις ψηφιακές ικανότητες. Προηγείται μόνον από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
Γιατί, όμως, κάποιος που δεν ανήκει στον χώρο της Πληροφορικής να μάθει προγραμματισμό;
Έχοντας γνώσεις Προγραμματισμού ένας νέος, θα έχει ευκολότερη πρόσβαση στην αγορά εργασίας, γίνεται αυτόματα ανταγωνιστικός. Στοιχειώδεις δεξιότητες προγραμματισμού θα απαιτούνται πλέον από τους υποψηφίους και θα περιλαμβάνονται στις περιγραφές πολλών θέσεων εργασίας στο άμεσο μέλλον.
Τομείς, όπως αυτοί της Τραπεζικής, της Ιατρικής ή της Δημοσιογραφίας, θα έχουν ως απαραίτητη προϋπόθεση βασικές γνώσεις κώδικα και προγραμματισμού, είπε ο πρόεδρος του CEPIS, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να αναβαθμιστεί η Πληροφορική στην ελληνική εκπαίδευση.
Ο Προγραμματισμός αποτελεί από την άλλη, αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας όλων μας (π.χ όταν χρησιμοποιούμε το GPS κατά την οδήγηση ή άλλες διαδικτυακές εφαρμογές). Ο μέσος μισθός προγραμματιστή υπερβαίνει τα 140.000 δολ. ετησίως. Παρά τη μεγάλη ζήτηση και τις υψηλές αμοιβές παρατηρείται το παράδοξο ο αριθμός των πτυχιούχων πληροφορικής στην Ευρώπη να μειώνεται συνεχώς. Σήμερα λιγότερο από 20% των επαγγελματιών πληροφορικής είναι κάτω των 30 ετών. Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ο μέσος όρος ηλικίας των επαγγελματιών πληροφορικής είναι τα 42 έτη. Ο κλάδος στερείται ταλέντων. Ταυτόχρονα χαμηλή είναι η εκπροσώπηση και των γυναικών: το ποσοστό των γυναικών στον τομέα της πληροφορικής ανέρχεται μόλις στο 15% πανευρωπαϊκά (υψηλότερο ποσοστό στην Ιρλανδία 22%, χαμηλότερα ποσοστά 10%-11% σε Ιταλία, Βέλγιο, Ισπανία,Ολλανδία) σύμφωνα με έρευνα της CEPIS.  

Κυριακή 22 Φεβρουαρίου 2015

Guardian: Νέοι, ταλαντούχοι και Ελληνες-Η μεγαλύτερη φυγή μυαλών στον κόσμο



Δημοσίευμα-υπενθύμιση προς τους πολιτικούς και το σύστημα που γονάτισε την Ελλάδα από τον βρετανικό Guardian. Νέοι, ταλαντούχοι και Έλληνες: Generation G – η μεγαλύτερη «διαρροή εγκεφάλων» στον κόσμο» είναι ο τίτλος του δημοσιεύματος για τη μαζική μετανάστευση νέων Ελλήνων- των «μυαλών» και ταλέντων τα οποία εγκατέλειψαν τη χώρα εξαιτίας της κρίσης.

«Χαρακτηρίστε τους Generation G (από το Greece): νέοι, ταλαντούχοι, Έλληνες – και τμήμα μιας από τις μεγαλύτερες 'φυγές εγκεφάλων' σε ανεπτυγμένη δυτική οικονομία στη σύγχρονη εποχή». «Καθώς η χώρα οδεύει προς κρίσιμες εκλογές  το Σαββατοκύριακο, πάνω από 200.000 Έλληνες οι οποίοι έχουν φύγει από τότε που άρχισε η κρίση πριν από πέντε χρόνια, θα παρακολουθούν από το εξωτερικό. Γιατροί στη Γερμανία, ακαδημαϊκοί στη Βρετανία, καταστηματάρχες στην Αμερική: ο αποδεκατισμός του πληθυσμού της Ελλάδας είναι ίσως το πιο ολέθριο αποτέλεσμα της οικονομικής κατάρρευσης, η οποία έχει κάνει τη χώρα επαίτη μετά από την παραλίγο χρεοκοπία».
«Θα έπρεπε να είμαι στην Ελλάδα» λέει η Μαριτίνα Ρόπα, 28χρονών ειδικευόμενη γιατρός που εγκατέλειψε την Ελλάδα πριν από τρία χρόνια με προορισμό το Μίντεν της βορειοδυτικής Γερμανίας. « Είναι κρίμα που άνθρωποι στην ηλικία μου υποχρεωθήκαμε να φύγουμε».
Από το 2% του πληθυσμού που εγκατέλειψε την Ελλάδα, πάνω από τους μισούς πήγαν στη Γερμανία και τη Βρετανία. Η μεταναστευτική ροή αυξήθηκε κατά 300% σε σχέση με τα επίπεδα προ κρίσης καθώς η ανεργία των νέων ίπταται σε επίπεδα άνω του 50%.
«Είναι μια τεράστια απώλεια ανθρώπινου κεφαλαίου, οι επιπτώσεις της οποίας θα αρχίσουν να γίνονται αισθητές την επόμενη δεκαετία» αναφέρει η Αλίκη Μουρή, κοινωνιολόγος στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (National Centre for Social Research). «Βασικά άνθρωποι που μορφώθηκαν με μεγάλο κόστος, τόσο για τις οικογένειές τους και τα δημόσιο, εργάζονται πλέον σε πλουσιότερες χώρες, οι οποίες δεν έχουν επενδύσει σε αυτούς καθόλου».

Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2015

Αποκαλύπτοντας τα παραμύθια

Ο γνωστός σουηδός σκηνοθέτης και μάγος της αφήγησης Ίνγκμαρ Μπέργκμαν είπε κάποτε πως η διαφορά ανάμεσα στο ψέμα και το παραμύθι είναι ότι το ψέμα (είτε το λες στους άλλους είτε στον εαυτό σου) σε βοηθά να υπεκφεύγεις τις δυσκολίες της ζωής, ενώ το παραμύθι να τις αντιμετωπίζεις. Και δεν είχε άδικο. Τα παραμύθια υπήρξαν για όλους η πρώτη μας επαφή με τη ζωή και τις δυσκολίες της. Από τα αρχαία κιόλας χρόνια οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν, ανέλυαν και κατανοούσαν την πραγματικότητα μέσα από ιστορίες. Ειδικά για τους λαούς της Ανατολής, τα παραμύθια ήταν ένας πολύ καλός τρόπος για να κατανοήσουν το «άγνωστο». Κάθε κοινωνία, από την πιο πρωτόγονη έως την πιο ανεπτυγμένη, έχει τις δικές της φανταστικές ιστορίες, που περιλαμβάνουν περιπέτειες, συμβολισμούς και ηθικά διδάγματα. Οι ψυχολογικές καταβολές των παραμυθιών, μάλιστα, ήταν ανέκαθεν ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα τόσο για τους ψυχολόγους όσο και για τους συγγραφείς. Οι μεν ψυχολόγοι προσπαθούν να βρουν σε αυτά απαντήσεις για το ασυνείδητο, οι δε συγγραφείς να ανακαλύψουν το βαθύτερο μήνυμα της ζωής.

Εκπαιδεύοντας με παραμύθια
Ο ρόλος του παραμυθιού είναι βέβαια ψυχαγωγικός, αλλά όχι μόνο. Τα παραμύθια δημιουργούν στα παιδιά εικόνες, διεγείρουν τη φαντασία τους και τα βοηθάνε να μπουν σε κόσμους μυθικούς και ονειρικούς, σε κόσμους όπου όλα μπορούν να συμβούν. Το παραμύθι καλλιεργεί το πνεύμα και βοηθά τα παιδιά να ξεκαθαρίσουν τα συναισθήματά τους και να αντιληφθούν τις δυσκολίες της ζωής. Ταυτόχρονα, προτείνει λύσεις στα προβλήματά τους. Παράλληλα, όμως, δίνει στο παιδί τη δυνατότητα να παρακολουθήσει την παρέμβαση του ανθρώπου σε μια κατάσταση που το περιβάλλει, διεγείρει τη φαντασία του, αλλά και ικανοποιεί σε φανταστικό επίπεδο τις πιο βαθιές επιθυμίες του. Έτσι ηρεμεί και γαληνεύει από τις καθημερινές εντάσεις που βιώνει, μαθαίνει ν’ ακούει και να σκέφτεται.

«Ήταν μια φορά και έναν καιρό...»
Το παραμύθι ξεκινά πάντα με μια ήρεμη εισαγωγή και κλείνει με έναν επίσης καθησυχαστικό τρόπο. Από τις πρώτες κιόλας λέξεις, το παιδί μεταφέρεται σε έναν κόσμο μαγικό, εξωπραγματικό. Στο παραμύθι ο χρόνος, όπως και ο τόπος, είναι αόριστος, όλα θίγονται με τον απλούστερο δυνατό τρόπο, ενώ οι ήρωες είναι σχεδόν πάντα απλοί και αδύναμοι άνθρωποι, χωρίς ιδιαίτερα ταλέντα. Στην ουσία, τα παραμύθια «αφηγούνται» την παιδική ηλικία ενός ανθρώπου μέχρι και την ενηλικίωσή του, και όλες τις περιπέτειες που περιλαμβάνει αυτή η διαδρομή. Ο ήρωας προχωρά μόνος του για κάποιο χρονικό διάστημα, όπως αντίστοιχα μόνο νιώθει και το παιδί στην κοινωνία. Η επαφή με τη φύση (ένα δέντρο ή ένα ζώο) είναι συνήθως καταλυτική, μιας που συνήθως τον βοηθά να βρει το δρόμο του. Ο κυνηγημένος ήρωας μπορεί να πονά ή να περνά μέσα από δυσκολίες, αλλά πάντοτε βρίσκει τελικά το δρόμο του. Αυτό θα συμβεί και στο παιδί κατά τη διάρκεια της ζωής του. Θα πονέσει, θα δυσκολευτεί, αλλά τελικά θα βρει τις λύσεις που ψάχνει. Εκεί βρίσκεται και η γοητεία του παραμυθιού. Στο ότι μπορεί να αποκαλύψει την εσωτερική μας φύση, με τις άπειρες ηθικές, ψυχικές και πνευματικές της δυνατότητες. Είναι η αναζήτηση για το νόημα της ζωής. Γιατί, ως γνωστόν, ο άνθρωπος πάντα αναπτύσσεται και ολοκληρώνεται μέσα από τις δοκιμασίες.

Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2015

Εμμανουήλ Ροΐδη:Επιστολαί ενός Αγρινιώτου

Ο Ροΐδης αντέδρασε στον πόλεμο που δέχτηκε για την "Πάπισσα Ιωάννα", αφενός με μια άμεση επιστολή προς απάντηση της εγκυκλίου της Ιεράς Συνόδου Περί αποκηρύξεως Βλάσφημου και Κακοήθους Βιβλίου, και με τις Επιστολές Αγρινιώτου, τέσσερις επιστολές τις οποίες υπογράφει ως Διονύσιος Σουρλής και οι οποίες αποτελούν ένα καταπληκτικό δείγμα της γραφής του Ροΐδη, σαρκαστικές, δεικτικές, καυστικές και πανέξυπνες.


Επιστολαί ενός Αγρινιώτου
                                                                Aγρίνι 1 Μαΐου 1866
Αξιότιμε κ. Εκδότα της «Αυγής»,
Το όνομά μου είναι Σουρλής κατοικώ εις το Αγρίνι κοντά εις τον ποταμόν, και είμαι συνδρομητής εις την αξιόλογον «Αυγήν» σας. Όταν ήμην νέος, υπήγα εις την Πάδοβαν να σπουδάσω ιατρικήν και έπειτα επέστρεψα εδώ, όπου υπανδρεύθην και κατοικώ τριάντα επτά χρόνους. Αλλ' ο Θεός δεν μου εχάρισεν ούτε αρρώστους ούτε τέκνα' προ δώδεκα χρόνων, μού επήρε και την γυναίκα μου και, διά να μη μείνω αβασάνιστος, μου έστειλεν εις τον τόπον της ένα οξύν ρευματισμόν, όστις με άφησε παραλυτικόν. Τώρα περιπατώ με δεκανίκια' επειδή όμως είμαι ευλαβής άνθρωπος, ευχαριστώ καθ' ημέραν τον Πανάγαθον Θεόν, λέγων ότι μ' εκούτσανε, διά να φθάσω ίσως αργότερα εις την τελευταίαν μου κατοικίαν. Μόνη διασκέδασις, μου έμεινε το χωράφι μου, το οποίον με τρέφει, η εφημερίδα σας και η βιβλιοθήκη μου. Μέσα εις αυτήν έχω (κατά την συνήθειαν των ιατρών όσοι εσπούδασαν εις την Πάδοβαν), περισσοτέρους ποιητάς, συγγραφείς καί φιλοσόφους παρά ιατρούς. Τον Όμηρον, τον Πλάτωνα, τον Δάντε και τον Βιργίλιον,... τους οποίους θαυμάζω και σέβομαι ώς ιερά πράγματα, και διά τούτο ποτέ δεν τους ανοίγω, και εκτός αυτών τον Κάτουλλον, τον Αριόστον, τον Μπάιρον και τους άλλους μικροτέρους των οποίων την συναναστροφήν προτιμώ από τας ομιλίας των φίλων μου Αγρινιωτών, οίτινες διά τούτο με ωνόμασαν μισάνθρωπον. Αλλ' αυτή είναι μαύρη συκοφαντία' διότι εξεναντίας τόσον πολύ αγαπώ τους ανθρώπους, ώστε αν είχα χρήματα ή τουλάχιστον ποδάρια, ουδέ στιγμήν θα έμενα εις το Αγρίνι. Αλλ' ας αφήσωμεν τους Αγρινιώτας και ας επανέλθωμεν εις το προκείμενον. Σας έλεγα λοιπόν, αξιότιμε κύριε εκδότα, ότι έχω μίαν καλήν βιβλιοθήκην και τον περισσότερον καιρόν μου περνώ με τα βιβλία μου. Την άνοιξιν, όταν ο ήλιος είναι ευχάριστος, διαβάζω εις το δώμα της καλύβης μου' το καλοκαίρι όπου αι ακτίνες του καίουν καταφεύγω υπό την σκιάν μιας γραίας πλατάνου, της οποίας τα περιττά κλαδιά με ζεσταίνουν το χειμώνα ώστε το δένδρον τούτο μου δίδει κατά τας περιστάσεις δροσιάν ή ζέστην, καθώς το φύσημα του Αισωπείου Σατύρου. Όλα τα ανωτέρω σας ανέφερα, κ. εκδότα, δια να σας αποδείξω ότι, αν και ονομάζομαι Σουρλής και κατοικώ εις το Αγρίνι, είμαι άνθρωπος διαβασμένος εις κατάστασιν να κρίνω περί γραμμάτων καλλίτερα ίσως από πολλούς δημοσιογράφους και λογίους της πρωτευούσης σας, οι οποίοι γράφοντες και διδάσκοντες από το πρωί έως το βράδυ δια να κερδίσουν το ψωμί των, δεν ευρίσκουν καιρόν ν' ανοίξουν βιβλίον και ως εκ τούτου... Αλλά το προοίμιόν μου καταντά πολύ μακρύ, ενώ ο τόπος σας είναι μετρημένος, με τα σωστά μου λοιπόν έρχομαι εις το προκείμενον.